συγκαταβαίνω — go pres subj act 1st sg συγκαταβαίνω go pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαίνω — ΝΜΑ, και συγκατεβαίνω Ν 1. είμαι ή γίνομαι επιεικής, ενδοτικός 2. είμαι καταδεκτικός, καταδέχομαι (α. «μα πούρ εσυγκατέβηκα κι ήρθα να σε τιμήσω», Ερωτόκρ. β. «μετὰ δημοτῶν ἀνθρώπων συγκαταβαίνων ὠμίλει ᾧ τύχοι», Πολ.) αρχ. 1. κατεβαίνω μαζί με… … Dictionary of Greek
συγκαταβαίνετε — συγκαταβαίνω go pres imperat act 2nd pl συγκαταβαίνω go pres ind act 2nd pl συγκαταβαίνω go imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαίνῃ — συγκαταβαίνω go pres subj mp 2nd sg συγκαταβαίνω go pres ind mp 2nd sg συγκαταβαίνω go pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαινόντων — συγκαταβαίνω go pres part act masc/neut gen pl συγκαταβαίνω go pres imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαῖνον — συγκαταβαίνω go pres part act masc voc sg συγκαταβαίνω go pres part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαίνει — συγκαταβαίνω go pres ind mp 2nd sg συγκαταβαίνω go pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαίνομεν — συγκαταβαίνω go pres ind act 1st pl συγκαταβαίνω go imperf ind act 1st pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαίνοντα — συγκαταβαίνω go pres part act neut nom/voc/acc pl συγκαταβαίνω go pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαίνοντι — συγκαταβαίνω go pres part act masc/neut dat sg συγκαταβαίνω go pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συγκαταβαίνουσι — συγκαταβαίνω go pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) συγκαταβαίνω go pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)